χαρίσιος

χαρίσιος
I
Όνομα ιστορικών προσώπων.
1. Ρήτορας από την Αττική του 4ου αι., σύγχρονος του Δημητρίου του Φαληρέα.
2. Ρωμαίος νομομαθής του 4ου αι. Έζησε στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έγραψε: De muneribus civilibus, De testibus και De officio praefecti praetorio.
3. Λατίνος γραμματικός του 4ου αι. Έγραψε σε 5 βιβλία το έργο De grammatica του οποίου σώθηκαν μερικά αποσπάσματα.
II
Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας.
1. Πέθανε με μαρτυρικό θάνατο στη Σελεύκεια της Συρίας (254), μαζί με τον Νεόφυτο. Η μνήμη του τιμάται στις 22 Αυγούστου.
2. Μαρτύρησε μαζί με τους Νικηφόρο και Αγάπιο σε άγνωστο τόπο και χρόνο. Η μνήμη του τιμάται στις 1 Μαρτίου.
* * *
-ία, -ον, ΜΑ
το ουδ. ως ουσ. τὸ χαρίσιον
δώρο
αρχ.
1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη χάρη, ευχαριστήριος («Ζηνί τε καὶ Νεμέῃ τί χαρίσιον ἕδνον ὀφείλω», Καλλ.)
2. το αρσ. ως ουσ. ὁ χαρίσιος
α) (συν. σε συνεκφορά με το πλακοῡς) είδος γλυκίσματος
β) θεός στον οποίο προσέφεραν το δεύτερο ποτήρι σε συμπόσιο
3. το θηλ. ως ουσ. ἡ χαρισία
(συν. σε συνεκφορά με το βοτάνη) είδος μαγικού βοτάνου
4. (το ουδ. στον πληθ. ως ουσ.) τὰ χαρίσια
(ενν. ιερά) τα χαριτήσια*.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χάρις + κατάλ. -ίσιος, κατά το ἀφροδ-ίσιος].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Χαρίσιος — of thanksgiving masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαρίσιος — of thanksgiving masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Μεγδάνης, Χαρίσιος — (Κοζάνη 1768 – 1823). Κληρικός και λόγιος. Σπούδασε στη γενέτειρά του, στο Λιβάδι Ολύμπου και αργότερα στην Πέστη της Ουγγαρίας, όπου έμεινε τρία χρόνια, ασκώντας παράλληλα το επάγγελμα του οικοδιδάσκαλου. Το 1794 χειροτονήθηκε ιερέας, ενώ… …   Dictionary of Greek

  • Παπαμάρκου, Χαρίσιος — (1844 – 1896). Παιδαγωγός. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Δίδαξε ως καθηγητής στη Στρώμνιτσα (1866 69) και στη Θεσσαλονίκη (1869 71). Το 1871 στάλθηκε ως υπότροφος του Συλλόγου προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων… …   Dictionary of Greek

  • χαρίσιον — χαρίσιος of thanksgiving masc acc sg χαρίσιος of thanksgiving neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαρισίου — Χαρίσιος of thanksgiving masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαρισίου — χαρίσιος of thanksgiving masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαρισίους — Χαρίσιος of thanksgiving masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χαρισίους — χαρίσιος of thanksgiving masc acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Χαρισίῳ — Χαρίσιος of thanksgiving masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”